You are here

Διαβατήρια: Η Βουλή μοιράζει ευθύνες και αφήνει εαυτόν εκτός

26/02/2021 13:03

Η κοινοβουλευτική Επιτροπή Ελέγχου, υιοθετεί πλήρως και σε όλη τους την έκταση, τα όσα ο γενικός ελεγκτής έχει αναλυτικά παραθέσει στις ειδικές εκθέσεις του περασμένου Σεπτέβρη και του περασμένου Νοέμβρη, σε σχέση με τις πολιτογραφήσεις.

Αυτό αναφέρεται στο προσχέδιο έκθεσης της Επιτροπής, η οποία αναμένεται να τεθεί ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής και η οποία περιλαμβάνει συνολικά δεκατρία σημεία συμπερασμάτων με ειδικές αναφορές σε ευθύνες του υπουργείου Εσωτερικών, δημοσίων υπαλλήλων, της Κεντρικής Τράπεζας και της κυβέρνησης.

Ως τελικό σχόλιο, η επιτροπή Ελέγχου, καλεί την Ερευνητική Επιτροπή να προχωρήσει τάχιστα στη σε βάθος διερεύνηση όλων των θεμάτων που προκύπτουν από την παραχώρηση κυπριακής υπηκοότητας στο πλαίσιο του ΚΕΠ και να καταλογίσει τις οποιεσδήποτε ευθύνες εκεί που αναλογούν.

Η συζήτηση της έκθεσης αναβλήθηκε χθες, καθώς βουλευτές μέλη της επιτροπής Ελέγχου εξέφρασαν την πρόθεση να καταθέσουν πρόσθετα σημειώματα για να ενσωματωθούν σε αυτή. Κατά τη συνεδρία, ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου εισηγήθηκε όπως η συζήτηση γίνει μετά την έκδοση του ενδιάμεσου πορίσματος της Ερευνητικής Επιτροπής.

Τα συμπεράσματα της Επ. Ελέγχου

Πέραν της υιοθέτησης του περιεχομένου των εκθέσεων του γενικού ελεγκτή, στα συμπεράσματα της Επιτροπής, καταγράφεται ότι η ανάμειξη των διαμεσολαβητών / παρόχων μεταξύ επενδυτή και πωλητή για την αγορά κατοικίας, καθώς και στην πολιτογράφηση ξένων επενδυτών, υπήρξε καταστροφική για την εφαρμογή του κυπριακού επενδυτικού προγράμματος, αφού καθ’ όλη τη διάρκεια υλοποίησης του, υπήρξε συνεχής και με αυξητική τάση, εκμετάλλευσή του ή/και κακή χρήση από τους ίδιους τους παρόχους υπηρεσιών, για ίδιον όφελος και σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος.

Προστίθεται πως η Επιτροπή, κρίνει αναγκαίο να διερευνηθούν από τα αρμόδια όργανα της πολιτείας, ζητήματα πιθανών ευθυνών δημοσίων υπαλλήλων που χειρίστηκαν θέματα πολιτογραφήσεων κατά τρόπο αντινομικό ή/και κατά παράβαση νενομισμένων διαδικασιών και να διαπιστωθεί κατά πόσο το Υπουργικό Συμβούλιο λάμβανε αποφάσεις στην βάση ορθών και αντικειμενικών κριτηρίων/ στοιχείων, σύμφωνα με το εκάστοτε ισχύον νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο.

Η Επιτροπή, όπως αναφέρεται, κρίνει ότι υπήρξε παντελής έλλειψη ικανοποιητικών μηχανισμών ελέγχου και ειδικότερα, μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου από το υπουργείο Εσωτερικών που συνεπακόλουθα οδήγησαν στην κακή διαχείριση και εκμετάλλευση του ΚΕΠ. Ως εκ τούτου, εκφράζει τη θέση ότι η πολιτεία πρέπει να λάβει όλα τα μέτρα για εφαρμογή κατάλληλων μηχανισμών /διαδικασιών εσωτερικού ελέγχου, σε όλη τη δημόσια υπηρεσία για αποφυγή παρόμοιων καταστάσεων.

Η Επιτροπή εκφράζει ανησυχίες για το ενδεχόμενο το κράτος να απώλεσε φορολογικά έσοδα και καλεί τον Έφορο Φορολογίας να προβεί στις δέουσες ενέργειες για διαφύλαξη των φορολογικών εσόδων του κράτους και να ενημερώνει την επιτροπή ανά τακτά διαστήματα για τα φορολογικά έσοδα από τις πολιτογραφήσεις ξένων επενδυτών.

Περαιτέρω, κρίνει ότι το υπουργείο Εσωτερικών δεν κατάφερε να ελέγξει την ορθή υλοποίηση του ΚΕΠ και «χωρίς να αποποιείται το μερίδιο ευθύνης που της αναλογεί, ως κατ’ εξοχήν νομοθετικό σώμα, επιρρίπτει την άμεση ευθύνη στην εκτελεστική εξουσία και δη στο αρμόδιο υπουργείο Εσωτερικών για την αλλαγή/τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας τον Αύγουστο του 2020, καθότι έδινε πλέον την ευχέρεια και της πολιτογράφησης μελών της οικογένειας του επενδυτή». Κι αυτό προστίθεται, χωρίς κανένα ουσιαστικό όφελος για τα δημόσια έσοδα, δημιουργώντας συνθήκες κακής χρήσης, αδιαφάνειας, διαπλοκής και έλλειψης λογοδοσίας.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι για αριθμό περιπτώσεων πολιτογράφησης ενδεχομένως να μην τηρήθηκε το ισχύον νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο με συνεπακόλουθο την ενδεχόμενη κατάχρηση εξουσίας από πρόσωπα που ασκούσαν δημόσια εξουσία. Σημειώνεται επίσης, ότι η Επιτροπή αναμένει το θέμα της κατάχρησης ή/και υπέρβασης εξουσίας, της παράνομης ή/και παράτυπης παραχώρησης της κυπριακής υπηκοότητας στο πλαίσιο του ΚΕΠ, να καταδειχθεί από την έρευνα που διεξάγει η τετραμελής Ερευνητική Επιτροπή που συστάθηκε το Σεπτέμβριο του 2020.

Στην έκθεση της Επιτροπής, σημειώνεται ότι η κυβέρνηση διαχρονικά δεν κατόρθωσε έγκαιρα να λάβει εκείνα τα διορθωτικά ή/και άλλα μέτρα, ώστε να προστατεύει το ΚΕΠ από κατάχρηση ή εκμετάλλευσή του, καθιστώντας το στόχο συνεχών επικρίσεων και επιθέσεων στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, με αποτέλεσμα τη δυσφήμιση του και τον αναγκαστικό τερματισμό του, με όλα τα αρνητικά για τον τόπο συνεπακόλουθα.

Προστίθεται πως η Επιτροπή χωρίς να παραγνωρίζει τη συνεισφορά του ΚΕΠ στην οικονομία, σημειώνει πως η επίδραση του στο σύνολο της οικονομίας είναι σχετικά μικρή με μικρή μεταβολή στο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ της χώρας, με ορατό όμως τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης του τομέα ακινήτων.

Σε ότι αφορά τα θέματα ελέγχου των κεφαλαίων των ξένων επενδυτών στους οποίους παραχωρήθηκε πολιτογράφηση, εκφράζεται η θέση ότι υπήρξε ανεπαρκής ή καθόλου έλεγχος από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ως αρμόδια εποπτική αρχή των τραπεζικών ιδρυμάτων. Τίθεται επίσης, ο προβληματισμός αν η ΚΤ ασκούσε ορθά τον εποπτικό της ρόλο, ειδικότερα σε περιπτώσεις πολιτογραφήσεων με σοβαρές ενδείξεις/πληροφορίες που έφεραν τον αιτητή να εμπλέκεται σε οικονομικό έγκλημα ή νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ώστε να ενημερώνει την πολιτική ή/και εκτελεστική ηγεσία για λήψη μέτρων.

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι από την αρχή της υλοποίησης του ΚΕΠ υπήρξαν διαχρονικές αδυναμίες και κενά τα οποία επέτρεψαν σε επιτήδειους την καταχρηστική εκμετάλλευση των προνοιών του προς ίδιον όφελος και οδήγησαν στην κατάργησή του εις βάρος της οικονομίας, της κοινωνίας, της εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας της χώρας διεθνώς.

Στο επίκεντρο των παρατηρήσεων της Επιτροπής βρίσκεται το υπουργείο Εσωτερικών που όπως σημειώνεται ήταν επιφορτισμένο με τη διαδικασία εξέτασης των αιτήσεων για πολιτογραφήσεις ξένων επενδυτών και δεν έπραξε όσα όφειλε, στο πλαίσιο της νομιμότητας, για ουσιαστική στήριξη ενός επενδυτικού προγράμματος τέτοιας εμβέλειας.

Της Μαρίας Χαμπή