You are here

Covid-19: Αναμένοντας την κίνηση από τις Κεντρικές Τράπεζες

03/03/2020

Είναι πλέον γεγονός ότι ο πανδημία του Covid-19 έχει μολύνει πλέον και τις ευαίσθητες λειτουργίες της Παγκόσμιας οικονομίας, πέραν από την καταμέτρηση περιστατικών και θανάτων ανά την υφήλιο. Αρκετές πόλεις της Κίνας, όπου προέρχεται μέρος της παγκόσμιας παραγωγής, είναι σε κατάσταση αποκλεισμού (Curfew).  Επιπλέον, η αεροπορική κίνηση, γενικά οι μετακινήσεις/μεταφορές μειώνονται κατακόρυφα, το διεθνές εμπόριο καταγράφει πρωτόγνωρη συρρίκνωση, ενώ σχολεία και πανεπιστήμια κλείνουν επ’ αόριστο τη φοίτηση.  Αυτή τη στιγμή, η αλυσίδα διανομής (supply chain) έχει «μολυνθεί», με αποτέλεσμα να μην υπάρχει η διασύνδεση της με την πραγματική οικονομία, δηλαδή την κατανάλωση. Αυτό επηρεάζει τις πωλήσεις των εταιριών, την κερδοφορία τους, τον ρυθμό ανάπτυξης τους και τη μερισματική του πολιτική.  Αυτό συνεπάγεται με χαμηλότερες αποτιμήσεις, ή τιμές αν προτιμάται.  Οι ψαλίδες των λεγόμενων επενδυτικών spreads των ομολόγων έχουν ανοίξει.  Εδώ το πρόβλημα γίνεται πιο σύνθετο, αν αναλογιστεί κάποιος ότι $15 τρισεκατομμύρια κυβερνητικού χρέους βρίσκονται σε αρνητικό επιτόκιο, το ένα τρίτο αυτού του ποσού είναι στην τελευταία επενδυτική βαθμίδα.  Συνεπώς, μία σειρά πιστοληπτικών υποβαθμίσεων θα προκαλούσε επιπρόσθετες αρνητικές αλυσιδωτές αντιδράσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.  Πέραν τούτου, σχετικές συγκρίσεις με την προηγούμενη πανδημία του SARS τo 2009, είναι ανόμοιες αφού πριν 10 χρόνια η οικονομία της Κίνας ήταν στο μισό μέγεθος από ότι βρίσκεται τώρα, όπως είναι επίσης και μια σειρά από χώρες που είναι τώρα αναπόσπαστο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής (Ταϊλάνδη, Ταιβάν, Βιετνάμ, Ινδοκίνα). Το παγκόσμιο σύστημα παραγωγής είναι δηλαδή πιο σύνθετο τώρα και η αλυσίδα παραγωγής είναι πιο ευαίσθητη και επιρρεπής σε «παύσεις» λόγω του Covid-19 από ότι ήταν πριν 10 χρόνια προηγουμένως.

Η μεταβλητότητα στις χρηματιστηριακές αγορές είναι πρωτοφανής, αφού σε μόλις 5 μέρες οι πτώσεις στις ανεπτυγμένες οικονομίες ήταν της τάξης του 14%, ενώ από την αρχή της εβδομάδας οι αγορές αντέδρασαν θετικά στις προσδοκίες περί παρέμβασης των Κεντρικών Τραπεζών.  Από την άλλη κυβερνητικά ομόλογα των ανεπτυγμένων οικονομιών καταγράφουν ιστορικά ψηλές τιμές, ενώ οι αντίστοιχες αποδόσεις τους κατρακυλούν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα (οι τιμές των ομολόγων κινούνται αντίθετα από τις αντίστοιχες αποδόσεις).  Περαιτέρω, αυτή η εξελισσόμενη κατάσταση αυξάνει και τα σενάρια μιας παγκόσμιας ύφεσης, ενώ όλα αυτά να διαδραματίζονται σε «χρονιά εκλογών» για τις ΗΠΑ.  Αναμένεται συντονισμένη αντίδραση από τις Κεντρικές Τράπεζες των ανεπτυγμένων χωρών.  Σίγουρα, το πρώτο που έρχεται στο μυαλό είναι μια μείωση στο ύψος των βασικών επιτοκίων.  Οι μειώσεις των επιτοκίων όμως, αποτελούν ρυθμιστικό εργαλείο ελέγχου της αύξησης της ζήτησής, με γνώμονα το επίπεδο του πληθωρισμού που παρακολουθείται ή τηρείται. Η ρύθμιση του βασικού επιτοκίου έχει απώτερο σκοπό και στόχο τον πληθωρισμό, σε μέσο-πρόσθεσμο ορίζοντα.  Αυτού του είδους παρεμβάσεις, πραγματοποιήθηκαν πλέον (και μάλιστα με πολύ γρήγορο και άμεσο τρόπο) από την Κεντρική Τράπεζα της Κίνας, χωρίς όμως ουσιαστικό αποτέλεσμα.  Μια απλή κίνηση μείωσης των βασικών επιτοκίων δεν ήταν επαρκής σε αυτό το στάδιο.  Ήδη, η Τράπεζα της Αυστραλίας (Reserve Bank of Australia) έχει προβεί σε μείωση του βασικού της επιτοκίου.  Αναμένονται να ακολουθήσουν και άλλες Κεντρικές Τράπεζες σε αντίστοιχες κινήσεις αυτή την εβδομάδα.

Σε αυτό το στάδιο λοιπόν, τα εργαλεία που έχουν οι Κεντρικές Τράπεζες στη διάθεση τους είναι περιορισμένα.  Θα μπορούσαν όμως, τα κράτη να αναλάβουν πιο ενεργό ρόλο με εξάσκηση της δημοσιονομικής του πολιτικής.  Αυτό που συζητείται τώρα εκτενώς, είναι ότι αυτό που θα μπορούσε να τονώσει κάπως το «ηθικό» όλων των επηρεαζόμενων επιχειρήσεων είναι φορολογικές ελαφρύνσεις (tax cuts) ανάλογα με την έκθεση στις παρενέργειες αυτής της κατάστασης.  Επίσης, να μην ξεχνούμε ότι τυχόν παρεκτροπή αυτής της κατάστασης θα μπορούσε να φέρει οικονομική επιβράδυνση, αύξηση της ανεργίας, αύξηση των κυβερνητικών παροχών, μείωση των κυβερνητικών εσόδων, αύξηση στο δημόσιο χρέος, αύξηση στο κόστος δανεισμού και στο τέλος οικονομική ύφεση.

Το πρόβλημα λοιπόν δεν θα μπορούσε να είναι για το τι θα πράξουν οι Κεντρικές Τράπεζες, αλλά επίσης πόσο έτοιμα είναι τα κράτη να αναλάβουν δράση σε επίπεδο δημοσιονομικής πολιτικής.  Εδώ τα πράγματα θα αρχίσουν να περιπλέκονται περισσότερο, αφού πολλά κράτη δεν έχουν υγιείς δείκτες χρέους/ΑΕΠ ενώ ταυτοχρόνως είναι αρκετά διστακτικά να αναλάβουν δημοσιονομική δράση.  Επίσης, ακόμα και σε περιβάλλον αρνητικών επιτοκίων, αρκετά ανεπτυγμένα κράτη δυσκολεύονται να κρατήσουν η/και να διατηρήσουν δημοσιονομικά πλεονάσματα.  Ο λόγος είναι ότι το ψηλό δημοσιονομικό χρέος, συνεπάγεται (στην καλύτερη περίπτωση) με πολιτικές λιτότητας, ή/και πολιτικές τρόικας (στη χειρότερη περίπτωση), όπως ήταν και η περίπτωση της Κύπρου.  Οι συντονισμένες προσπάθειες σε επίπεδο Κεντρικών Τραπεζών, αναμένεται αναμφισβήτητα να δώσουν μία ανάσα στις χρηματιστηριακές αγορές.  Αν αυτό όμως δεν συνδυαστεί με αντίστοιχες δημοσιονομικές πρακτικές από τα κράτη, το αποτέλεσμα τους ενδεχομένως να μην έχει διάρκεια και να μην είναι τόσο αποτελεσματικό όσο θα περιμέναμε.