You are here

Ακόμη μια βουτιά;

30/08/2011
Η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση του 2007-09 συνεχίζει να ταλαιπωρεί τις οικονομίες της Δυτικής Ευρώπης και των ΗΠΑ, οι οποίες σήμερα βρίσκονται στα πρόθυρα μιας δεύτερης βουτιάς στα - όχι και τόσο δροσερά - νερά της ύφεσης (double dip recession), αν όχι και στη δεύτερη «Μεγάλη Κατάθλιψη» (Great Depression).



Η πρόκληση αυτή είναι ακόμη μεγαλύτερη για την ευρωζώνη η οποία χρειάζεται επειγόντως υγιείς ρυθμούς ανάπτυξης για να αποφύγει την ίδια την κατάρρευση της νομισματικής ένωσης, αφού η μετάδοση της κρίσης χρέους συνεχίζεται και ο μηχανισμός στήριξης θεωρείται από τις αγορές ως ανεπαρκής για να στηρίξει χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία.  Από την Ελλάδα, Ιρλανδία, και Πορτογαλία η κρίση εξαπλώθηκε στην Ισπανία, την Κύπρο, το Βέλγιο και την Ιταλία και απειλεί τώρα και τη Γαλλία.

 

Η ευρωζώνη συνεχίζει να ενεργοποιεί μηχανισμούς αντιμετώπισης της κρίσης αντιδρώντας στα γεγονότα, παρά προληπτικά.  Η αναποφασιστικότητα, η διστακτικότητα, η κακοφωνία και οι διαφωνίες μεταξύ κέντρων λήψης αποφάσεων έχουν πλέον πείσει τους πάντες ότι η ελλειμματική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας για το μέλλον της.

 

Το πρώτο πρόσφατο σοβαρό λάθος ήταν να αφεθεί το τζίνι της αποσταθεροποίησης έξω από το μπουκάλι με την απροθυμία της ευρωζώνης να στηρίξει ουσιαστικά την Ελλάδα στα αρχικά στάδια της κρίσης.  Η εμμονή της Γαλλίας και της Γερμανίας σε «Ευρωπαϊκή» - βλέπε τιμωρητική -  λύση, η οποία δικαιολογήθηκε με το πρόσχημα ότι θα προέτρεπε άλλες χώρες να γίνουν πιο προσεκτικές με τα δημοσιονομικά τους, σηματοδότησε για τις αγορές την απελευθέρωση του τζίνι.  Από εκείνη τη στιγμή, η αβεβαιότητα που δημιουργήθηκε  για την προθυμία της ευρωζώνης να λειτουργήσει με γνώμονα την αλληλοβοήθεια και την αλληλεγγύη μεταξύ μελών-κρατών έχει γίνει η κύρια τροφή της κερδοσκοπίας μέσα στις αγορές.

 

Παράλληλα, η λανθασμένη εκτίμηση ότι η διεθνής οικονομία βρισκόταν από τις αρχές του 2010 σε πορεία ανάκαμψης με γερές βάσεις οδήγησε σε πρόωρα μέτρα λιτότητας σε πολλές χώρες της ΕΕ. Τα μέτρα αυτά όχι  μόνο δεν δημιούργησαν το αναμενόμενο αίσθημα εμπιστοσύνης προς τα δημοσιονομικά των χωρών, αλλά πέτυχαν ακριβώς το αντίθετο, γιατί στραγγάλισαν την ανάκαμψη πριν ακόμη βγει από την κούνια με συνεπακόλουθο τη μεγάλη συρρίκνωση των κρατικών εσόδων.

 

Πολλοί – περιλαμβανομένου και του γραφόντος - προειδοποιούσαν από το 2009 ότι ήταν πολύ νωρίς για μέτρα λιτότητας, ιδιαίτερα αν επιβάλλονταν ταυτόχρονα από όλες τις χώρες της Ευρώπης.  Αυτή ήταν επίσης και η έκκληση της - τότε - νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ και του ΔΝΤ και την Ηνωμένων Εθνών  προς τους Ευρωπαίους, η οποία λίγο-πολύ αγνοήθηκε. Οι ΗΠΑ συνέχισαν τα μέτρα στήριξης της δικής τους οικονομίας μέχρι πρόσφατα.  Αλλά με την Ευρώπη να κάνει όπισθεν, η εξωτερική ζήτηση στις ΗΠΑ παρέμεινε χλωμή και βρισκόμαστε εδώ που είμαστε σήμερα.

 

Πολλοί σίγουρα θα ρωτήσουν πως θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Πως θα μπορούσε δηλαδή η Ευρώπη να αποφύγει τη λήψη δημοσιονομικών μέτρων;  Το θέμα δεν είναι τόσο αν θα μπορούσαν να αποφευχθούν αλλά κατά πόσο ήταν συνετό να επιδιωχθεί η ταυτόχρονη σταθεροποίηση των δημοσιονομικών όλων των οικονομιών της Δυτικής Ευρώπης και μάλιστα σε περίοδο τριών ετών προτού η ανάκαμψη να έχει γερές βάσεις.  Κάποιοι σίγουρα θα πουν ότι οι γνώσεις εκ των υστέρων φαίνονται εύκολες. Όμως υπενθυμίζω ότι όλα αυτά είχαν λεχθεί και από τότε. Για εκείνους τους οικονομολόγους που πιστεύουν ότι το κράτος και ο ιδιωτικός τομέας αλληλοσυμπληρώνονται και ότι η οικονομία της αγοράς δε σταθεροποιείται εύκολα από μόνη της, ήταν έκδηλο ότι η απότομη μείωση των κρατικών δαπανών θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα αν όχι και μεσοπρόθεσμα.  Όταν μάλιστα η εξωτερική ζήτηση μειώνεται γατί όλα τα κράτη κάνουν περισυλλογή δαπανών, τότε από που θα προέλθει η ζήτηση;

 

Τι μπορεί όμως να γίνει σήμερα για να αποφευχθεί η ύφεση;

 

Πιστεύω ότι αρκετά μπορούν να γίνουν.  Κάποια από αυτά δεν είναι εύκολο να υιοθετηθούν γιατί απαιτούν αλλαγή φιλοσοφίας.  Κάτι τέτοιο προϋποθέτει σημαντικές πολιτικές αλλαγές.

 

Το πρώτο μεγάλο άλμα αφορά τη νομισματική πολιτική.  Εδώ η πρωτοφανής ανακοίνωση του Μπεν Μπερνάνκε ότι το επιτόκιο της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ θα παραμείνει σταθερό μέχρι τα μέσα του 2013 δείχνει το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει τόσο η ΕΚΤ όσο και η Τράπεζα της Αγγλίας.  Η τελευταία έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα κινηθεί προς την ίδια κατεύθυνση παρά το γεγονός ότι αναμένει τον πληθωρισμό στη Βρετανία να φθάσει το 5%.

 

Η ΕΚΤ, το μέλλον της οποίας διακυβεύεται μαζί με το ευρώ,  πρέπει να προχωρήσει άμεσα σε μείωση του δικού της επιτοκίου στο μηδέν και να ακολουθήσει όσο περισσότερο γίνεται πιο χαλαρή νομισματική πολιτική.  Το ευρώ πρέπει να οδηγηθεί σε επίπεδα που θα ωθούν την εξωτερική ζήτηση και σαν συνεπακόλουθο την ανάπτυξη.  Εδώ επικαλούμαι το Νουριέλ Ρουμπίνι, ο οποίος έχει κάνει παρόμοιες εισηγήσεις.  Δεν είναι καιρός να ασχολείται με μικρές αποκλίσεις του πληθωρισμού από το στόχο της.  Εκτός φυσικά και αν είναι τόσο δογματική ώστε να προτιμά την αυτοκτονία παρά την εγκατάλειψη του δόγματός της.

 

Η πρόσφατη απόφασή της ΕΚΤ να ενεργοποιήσει το πρόγραμμα αγοράς  ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας με κάνει κάπως πιο αισιόδοξο ότι η επιθυμία της για επιβίωση θα υπερτερήσει του δογματισμού.  Ίσως μάλιστα να δούμε και ανάλογες μεταρρυθμίσεις που να αναβαθμίσουν το στόχο της χρηματοοικονομικής σταθερότητας στο ένταλμα της ΕΚΤ.

 

Να υπενθυμίσω ότι η χρηματοοικονομική σταθερότητα ήταν και παραμένει δευτερεύων στόχος για την ΕΚΤ, σε σχέση με τη σταθερότητα των τιμών. Η ΕΚΤ, όπως έχει δείξει και με τις πράξεις της στο πρόσφατο παρελθόν, δίνει περισσότερη έμφαση στην επίτευξη του στόχου για 2% πληθωρισμό παρά στην χρηματοοικονομική αστάθεια, τουλάχιστον όταν αυτή επηρέαζε μόνο τις χώρες της περιφέρειας.

 

Όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, όπως σημειώνει πρόσφατα και ο Τζόζεφ Στίγκλιτζ, η μετάδοση της κρίσης από χώρα σε χώρα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη μετάδοση κακών ιδεών.  Μια κακή ιδέα που κατά τη γνώμη μου πρέπει να εγκαταλειφθεί το συντομότερο, είναι η άποψη ότι μια χώρα με χρέος της τάξης του 120% του ΑΕΠ και πλέον, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα μπορεί να το μειώσει μέσα σε μια τριετία, σε περίοδο κάμψης ή/και ύφεσης, χωρίς να οδηγηθεί σε μεγάλη συρρίκνωση, ανεργία και τεράστια κοινωνικά προβλήματα.

 

Μια άλλη κακή ιδέα είναι ότι οι χώρες που έχουν δημοσιονομικά περιθώρια, όπως π.χ. η Γερμανία, πρέπει να  μειώσουν τις δικές τους δημοσιονομικές δαπάνες.  Ο Ρουμπίνι εισηγείται ότι η Γερμανία πρέπει να αναστείλει τα δικά της μέτρα λιτότητας και ταυτόχρονα να κάνει ουσιαστικά βήματα αλληλεγγύης προς τις χώρες της περιφέρειας.

 

Ένα σημαντικό βήμα προς την αλληλεγγύη – και τη δημοσιονομική ένωση – θα μπορούσε να ήταν η δημιουργία ενός κεντρικού συστήματος ανεργιακού επιδόματος με χρηματοδότηση από τις χώρες ανάλογα με το ΑΕΠ τους.  Έτσι οι πλούσιες χώρες – όπως η Γερμανία – για τις οποίες το ευρώ είναι ένα υποτιμημένο νόμισμα – και των οποίων η συμμετοχή δημιουργεί ανεργία σε άλλες χώρες – μέσω υπερτίμησης του ευρώ και υψηλότερων επιτοκίων – θα επιχορηγούσαν μέσω αυτού του τρόπου την περιφέρεια, ως αντίτιμο για τις αρνητικές επιπτώσεις (externalities) που δημιουργούν.

 

Ένα άλλο βήμα αφορά την επέκταση των διαρθρωτικών πόρων.  Το Σχέδιο Μάρσαλ για την Ελλάδα, το οποίο ανακοίνωσε πρόσφατα η κ. Μέρκελ, είναι ένα βήμα προς την ορθή κατεύθυνση το οποίο πρέπει όχι μόνο να υλοποιηθεί άμεσα αλλά να επεκταθεί και σε άλλες χώρες της περιφέρειας, περιλαμβανομένης και της Κύπρου η οποία χρειάζεται άμεσα νέες υποδομές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.

 

Επιπρόσθετα, τα σχέδια δημοσιονομικής «σταθεροποίησης» σε όλες τις χώρες της Ευρώπης πρέπει να εξαιρέσουν εκείνες τις δαπάνες που ωθούν την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, όπως π.χ. τις δαπάνες για έρευνα και τεχνολογία, τις επενδύσεις σε υποδομές και ανθρώπινο κεφάλαιο, ούτως ώστε να αντισταθμίζουν, όσον το δυνατό, τις αρνητικές επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας πάνω στη ζήτηση, και να βάλουν τις βάσεις για τη μελλοντική ανάπτυξη.

 

Η ευρωζώνη έχει την οικονομική δυνατότητα να επιβιώσει.  Εκείνο που χρειάζεται είναι η πολιτική βούληση να σηκώσουν περισσότερο βάρος οι οικονομίες που μπορούν και να εγκαταλειφθούν οικονομικά δόγματα τα οποία δεν λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τη σημασία της ανάπτυξης και της οικονομικής και κοινωνικής σταθερότητας.

 

Ένα από τα μαθήματα της «Μεγάλης Κατάθλιψης» της δεκαετίας του 1930 – το οποίο ως ιστορικός αυτής της περιόδου ο Μπερνάνκε γνωρίζει πολύ καλά, εξ’ ου και η πρόσφατη του ανακοίνωση – αφορά τη διστακτικότητα της νομισματικής πολιτικής να στηρίξει το χρηματοοικονομικό σύστημα με άφθονη ρευστότητα.

 

Το δεύτερο και ίσως και το μεγαλύτερο μάθημα από εκείνη την περίοδο, ήταν η έμφαση που έδωσαν οι κυβερνήσεις της Δύσης στην καταπολέμηση της ανεργίας, καθοδηγούμενες από τις ιδέες του Τζων Μέυναρτ Κέυνς.

 

Η ανάκαμψη που ακολούθησε ήταν επαρκής για να μειώσει το χρέος των ΗΠΑ από 120% του ΑΕΠ της χώρας το 1946 στο 30% το 1972.  Και αυτό παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ πλήρωσαν για το Σχέδιο Μάρσαλ, το οποίο είχε τη μορφή βοήθειας (και όχι δανείου) και κόστισε περίπου 5% του ΑΕΠ των ΗΠΑ.

 

Η Γερμανία, της οποίας το χρέος ανέρχεται σήμερα στο 75% του ΑΕΠ της, καλείται σήμερα να  διαδραματίσει ανάλογο ρόλο. ‘Όχι μόνο για να αποφευχθεί η δεύτερη βουτιά στην ύφεση αλλά και για να διασωθεί η ευρωζώνη, από την οποία η ίδια έχει ωφεληθεί τα μέγιστα. Το 5% του ΑΕΠ της Γερμανίας αντιστοιχεί με περίπου 6.25% του αθροίσματος του ΑΕΠ της Ισπανίας, Πορτογαλίας, Ελλάδας, Βελγίου, Ιρλανδίας και Κύπρου (όλες μαζί οι οικονομίες αυτές αντιπροσωπεύουν το 16.2% του ΑΕΠ της ΕΕ ενώ η Γερμανία αντιπροσωπεύει το 20.4%).

 

Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν θα αρθεί στο ύψος των περιστάσεων.

 

Πανίκος Δημητριάδης
Καθηγητής Οικονομικών
Πανεπιστήμιο του Leicester

 
5 σχόλια
phylarchus on 30/08/2011
Η Μέρκελ δεν είναι διατεθειμένη να πληρώνει συνεχώς για να διασωθεί η Ευρωζώνη. Ακόμη και να το ήθελε όμως, οι αντιδράσεις που βρίσκει στο κόμμα της (CDU), περισσότερο στο Βαυαρικό μονίμως συνεταιρικό αλλά με ιδιότυπο τρόπο ανεξάρτητο Χριστιανοσοσιαλιστικό (CSU) όπως και ακόμη πιο έντονα στο συνασπισμένο μαζί τους Ελεύθερο Δημοκρατικό (FDP), είναι απαγορευτικές για κάτι τέτοιο. Πιο θετική προς την οικονομική στήριξη των αδύνατων χωρών της Ευρωζώνης είναι η γερμανική αντιπολίτευση με τους αδυνατισμένους Σοσιαλιστές (SPD) και Πράσινους του Φίσιερ, όπως και μερικοί παλιοί πολιτικοί π.χ. ο γηραιός Κολ (πρωταγωνιστής της Ευρωιδέας και της συνένωσης των δυο Γερμανιών το 1989) και ο γνωστός μας πρώην Υπέξ και φίλος της Κύπρου Χανς Ντίητριχ Γκένσιερ.
Όμως οι πολέμιοι της ιδέας μαζί με τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού είναι κάθετα αντίθετοι σε κάθε ιδέα στήριξης του Ευρώ και αυτό συμβαίνει όχι μόνο στη Γερμανία αλλά και στις υπόλοιπες οικονομικά ισχυρές χώρες του Ευρώ (Ολλανδία, Φινλανδία, Αυστρία κλπ).
Τελευταία μάλιστα αρχίζει να κυκλοφορεί η ιδέα που είχε εκφραστεί και από τον καθ. κ. Δημητριάδη πριν λίγο καιρό, να επιστρέψει η Γερμανία στο Μάρκο, συνοδευόμενη ίσως από δυο τρεις άλλες χώρες, και να μείνουν στο ευρώ, τουλάχιστο για ένα χρονικό διάστημα, μόνες οι υπόλοιπες μαζί με τη Γαλλία. Αυτά βέβαια είναι ασκήσεις επί χάρτου αφού φαντάζομαι η Γαλλία θα αντιδράσει σε κάτι τέτοιο. Για την Ελλάδα όμως όλα αυτά σημαίνουν δυστυχώς απλά παράταση της αγωνίας..
Soto on 30/08/2011
Και αν ακομα υποθεσουμε οτι οι πλουσιες χωρες συγκατατεθουν σε τετοια προταση, για διασωση της ευρωζωνης, τοτε ποιο θα ειναι το τιμημα που θα κλειθουν να πληρωσουν οι Νοτιοι???Μαλλον λιγοτερη δημοκρατια και προφανως κουτσουρεμενα δικαιωματα.Γι αυτο ετοιμαστειτε για την μετα Ευρωζωνη εποχη.Νομισμα χωρις εθνικη κυριαρχια,με διαφορετικη πραγματικη αξια στην καθε χωρα που συμμετεχει, με βορειους που το θεωρουν υποτιμημενο και νοτιους που το θεωρουν υπερτιμημενο, για την διαχειριση του οποιου εχουν λογο σαραντα μονοστεφανοι μαλλον θα το θυμομαστε σαν κακο ονειρο σε λιγα χρονια.
P. Demetriades on 30/08/2011
There was an article in yesterday's FT by the German industrialist Hans Olaf Henkel suggesting a breakaway currency for Germany, Finland, Austria and the Netherlands, see:

http://www.ft.com/cms/s/0/6cf3e4f0-cf40-11e0-b6d4-00144feabdc0.html#axzz1WWaSYG6B

The same idea was floated by Joseph Stiglitz two weeks ago in an interview he gave to the BBC, see:

http://givegoodeconomicsachance.blogspot.com/2011/08/joseph-stiglitz-and-deutsche-mark.html

Before that it was Roger Bootle and Sushil Wadwhani, again on the Beeb:

http://givegoodeconomicsachance.blogspot.com/2011/05/more-support-for-d-mark.html

And to the best of my knowledge - as Phylarchus remembers well - I was the first one who suggested it in the FT, on 19 May this year (and a year earlier on my own blog):

http://www.ft.com/cms/s/0/67c66cfc-819b-11e0-8a54-00144feabdc0.html#axzz1WWaSYG6B

http://givegoodeconomicsachance.blogspot.com/2010/06/why-re-introducing-deutsch-mark-could.html

This is clearly a radical idea, but It would be a lot better than a disorderly break up of the eurozone, which many more people now fear than a year ago (though it was clear from early 2010 we were heading that way).
Σοφοκλής Μιχαηλίδης on 31/08/2011
Πριν καταστεί ενιαία δημοσιονομική περιοχή, η ΕΕ επέλεξε όπως απολαμβάνει ελευθερία διακίνησης ανθρώπων, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων σε συνδυασμό με μία νομισματική μονάδα. Η απουσία ενιαίας δημοσιονομικής πολιτικής - που χαρακτηρίζεται κυρίως από έκδοση κοινού χρεογράφου (ευρωομολόγου) και κεντρική κατανομή των δημόσιων δαπανών -έχει, αναμφίβολα, επιδεινώσει την οικονομική κρίση στη ευρωζώνη.

Κατά τη λειτουργία οποιουδήποτε οικονομικού συστήματος, περιλαμβανομένου αυτού της ΕΕ, ορισμένες μονάδες, τομείς και κράτη συσσωρεύουν πλεονάσματα ενώ άλλες μονάδες, τομείς και κράτη συσσωρεύουν ελλείμματα. Οι εν λόγω ανισορροπίες είναι δύο όψεις του ιδίου κέρματος, ώστε η μία να μην υπάρχει χωρίς την άλλη, ακριβώς όπως η κότα και το αυγό.

Ορισμένοι κύκλοι σε πλεονασματικές χώρες έχουν εκφράσει απαρέσκεια για τα επιδεινούμενα ελλείμματα κάποιων κρατών, ξεχνώντας ότι αυτά απορρέων από τη συσχέτιση δυνάμεων των μελών αλλά και τη μη ολοκληρωμένη δομή της ΕΕ. Χωρίς να εισηγηθούν εναλλακτικές λύσεις - όπως η μετατροπή της ΕΕ σε ενιαία δημοσιονομική περιοχή - και χωρίς να πουν τι θα απογίνουν οι θεμελιώδεις ελευθερίες και, άρα, η πολιτική ένωση της Ευρώπης, έχουν προτείνει όπως η ΕΕ αποβάλει τα ελλειμματικά κράτη από το ενιαίο νομισματικό σύστημα.

Σύμφωνα με τη θεωρία των ενιαίων νομισματικών περιοχών του Robert Mundell, η ελευθερία διακίνησης ανθρώπων, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων αποτελεί προϋπόθεση για την υιοθέτηση της ίδιας νομισματικής μονάδας από συνεργαζόμενα κράτη. Εάν με τον εξοστρακισμό της Ελλάδας και άλλων μελών επανέλθουν πλειάδα νομισμάτων και χρηματοπιστωτικών πρακτικών, η ΕΕ πιθανό να κατακερματισθεί, εφόσον η ελευθερία διακίνησης ανθρώπων, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων μεταξύ των κρατών δεν θα είναι αναγκαία.

Οι ευρωπαίοι πολίτες δεν επιθυμούν ούτε επιδιώκουν την διάλυση της ΕΕ. Συνεπώς, οι ιθύνοντες πρέπει να θεμελιώσουν την ενιαία δημοσιονομική πολιτική, αρχίζοντας από την έκδοση κοινού χρεογράφου (ευρωομολόγου) για τη χρηματοδότηση μεγάλων έργων που ωφελούν τόσο τους κατοίκους της υποκείμενης χώρας όσο και τους διακινούμενους Ευρωπαίους πολίτες. Η ΕΕ, με την ανακοίνωση ενός νέου Marshall Plan για την Ελλάδα, έχει αποδείξει ότι κινείται προς τη ορθή κατεύθυνση. Απομένει να πεισθούν κάποιοι κύκλοι σε πλεονασματικές χώρες ότι πολιτικές που οδηγούν τους γείτονες σε πτώχευση (beggar thy neighbour policies) δοκιμάσθηκαν στο παρελθόν, ιδίως στη Μεγάλη Ύφεση του 1930, και απέτυχαν με οικτρά αποτελέσματα για όλους.
Κωνσταντίνος on 01/09/2011
Συμφωνώ σε μεγάλο βαθμό με τις απόψεις του κ. Δημητριάδη. Ωστόσο είμαι απαισιόδοξος, γιατί το κέντρο λήψης αποφάσεων είναι στην Γερμανία. Η εμμονή της ΕΚΤ να διατηρεί ψηλά επιτόκια, σε σχέση με τις υπόλοιπες Κεντρικές Τράπεζες (κυρίως ΗΠΑ και Αγγλία), δεν είναι καθόλου άσχετη με την Γερμανική επιρροή. Σωστά επισημαίνει ο κ. Δημητριάδη ότι πρώτη προτεραιότητα στα κέντρα λήψης αποφάσεων στην ευρωζώνη είναι ο πληθωρισμός, με την ανάπτυξη να περνά σε δεύτερη μοίρα. Αυτό έχει άμεση σχέση με την ιστορία της Γερμανία, η οποία πέρασε πολύ δύσκολες στιγμές λόγω πληθωρισμού, μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Γερμανία φοβάται ακόμη την λέξη πληθωρισμός όπως ο διάβολος το λιβάνι. Αυτό εξηγεί και την εμμονή της ΕΚΤ στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Μακάρι να με διαψεύσει η Γερμανία, αλλά πολύ φοβάμαι ότι το κακό έχει γίνει και πολύ δύσκολα θα διορθωθούν τα πράγματα. Χρειάζονται επιθετικές κινήσεις από την ΕΚΤ, η οποία επί του παρόντος τουλάχιστον δεν δείχνει τέτοια διάθεση.