You are here

Τρεις κηδείες και ένας γάμος

27/03/2023

Τραπεζική επιδημία ή μεμονωμένη ασθένεια

Α. Εισαγωγή

Οι τελευταίες 15 μέρες έφεραν στο μυαλό μας αναμνήσεις που θέλουμε να ξεχάσουμε. Ειδήσεις που νομίζαμε ότι δεν θα ξανακούσουμε τουλάχιστον τόσο σύντομα (έχουν περάσει 15 χρόνια από το 2008 και 10 από το δικό μας 2013). Είναι όμως η κατάσταση η ίδια με αυτήν πριν από 15 χρόνια? Πριν από 15 χρόνια υπήρχε ένας τραπεζικός ιός που ξεκίνησε από την τιτλοποίηση (επισφαλών) δανείων στον τομέα των ακινήτων στις ΗΠΑ ο οποίος μόλυνε σχεδόν όλες τις μεγάλες επενδυτικές τράπεζες στην Αμερική και όχι μόνο με κίνδυνο να καταρρεύσει ολόκληρο το παγκόσμιο οικονομικό οικοδόμημα.  Σήμερα, ο κίνδυνος από χαρτοφυλάκια επισφαλών δανείων είναι σχετικά μικρός, και οι Τράπεζες ελέγχονται από τους επόπτες σε μεγαλύτερη έκταση, τουλάχιστον στην Ευρωζώνη. Τι προκάλεσε το κλείσιμο 3 τραπεζών και την παντρειά με το ζόρι δυο άλλων?  Για να απαντήσουμε αυτές τις ερωτήσεις θα πρέπει να αντιληφθούμε τα θέματα/προβλήματα που υπήρχαν σ’ αυτές τις τράπεζες.  Ας πάρουμε τα πράγματα ένα προς ένα, αρχίζοντας από το πιο κλισέ, αλλά συνάμα και το πιο ουσιώδες.

Β. Τραπεζική Πίστη

Ο όρος πίστη (αγγλιστί Credit) έχει τις ρίζες του στη λατινική λέξη «creditum» που σημαίνει «αυτό που έχει εμπιστευτεί ή δανειστεί», η οποία επίσης προήλθε από το «credere» που σημαίνει «εμπιστεύομαι». Τραπεζική πίστη (bank credit) είναι η θεμελιώδης αρχή λειτουργίας όλων των τραπεζών. Η λέξη πίστη αφορά την αμοιβαία εμπιστοσύνη και το συμβόλαιο τιμής που πρέπει να υπάρχει μεταξύ μιας Τράπεζας και των πελατών της (καταθετών και δανειοληπτών). Πίστη ότι όταν κάποιος ζητάει ένα δάνειο από την τράπεζα θα το ξεπληρώσει. Πίστη, όταν κάποιος καταθέτει τα χρήματα του σε μια τράπεζα, ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να του τα επιστρέψει. Χωρίς πίστη, μια τράπεζα δεν μπορεί να υπάρξει. Αυτό που έγινε τις τελευταίες 15 μέρες με την SVB, Signature Bank, First Republic Bank, αλλά και την Credit Suisse αφορά άμεσα αυτή τη θεμελιώδη αρχή, την Τραπεζική Πίστη. Είναι η άποψη του γράφοντα ότι τα τελευταία συμβάντα στον Τραπεζικό τομέα δεν αφορούν ένα «τραπεζικό ιό» όπως ίσως κάποιοι να πιστεύουν, αλλά τη μεμονωμένη αποδόμηση της εμπιστοσύνης που υπάρχει σε συγκεκριμένα τραπεζικά ιδρύματα λόγω της αθέτησης αυτής της αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Η αθέτηση αυτού του συμβολαίου εμπιστοσύνης έχει προέλθει κατά κύριο λόγο ως αποτέλεσμα της κακής διακυβέρνησης και διαχείρισης των κινδύνων που ελλοχεύουν στους ισολογισμούς των τραπεζών, αλλά και από ανεπαρκή επιχειρησιακά μοντέλα. Ας δούμε την κάθε περίπτωση ξεχωριστά, με χρονολογική σειρά.

Γ. Οι Πρωταγωνιστές

  1. Silvergate Bank

Η Silvergate Bank, ήταν μια μικρή τράπεζα με βάση το San Diego της Καλιφόρνιας των ΗΠΑ που ιδρύθηκε το 1988. Ήταν διαφοροποιημένη από τις υπόλοιπες τράπεζες, αφού κρατούσε σημαντικές καταθέσεις εταιρειών και οργανισμών που ασχολούνται με κρυπτονομίσματα όπως η FTX (που χρεωκόπησε τον περασμένο Νοέμβριο), η Coinbase και άλλοι. Η κρίση στα κρυπτονομίσματα έφερε μεγάλη απόσυρση καταθέσεων, με την τράπεζα να πουλά χαρτοφυλάκιο ομολόγων (που κρατούσε σε μακροπρόθεσμη βάση) για να αντιμετωπίσει την αναγκαία ρευστότητα, δημιουργώντας μια τρύπα στον ισολογισμό της που βασικά την οδήγησε στο κλείσιμο, παρόλες τις απέλπιδες προσπάθειες που έκανε, απολύοντας προσωπικό. Η μετοχή της κατρακύλησε από $158 το 2021 στα $2,76 το Μάρτιο του 2023. Οι καταθέσεις της μειώθηκαν από $14,3 δισ. το 2021 σε $3,8 δισ. το 2022. Η Τράπεζα είχε ζημιές ύψους $1 δισ. το 2022. 

Στις 8 Μαρτίου 2023 η Silvergate Bank ανακοίνωσε ότι θα σταματούσε τις εργασίες της και θα επέστρεφε όλες τις (εναπομείναντες) καταθέσεις των πελατών της.

  1. Silicon Valley Bank

Η Silicon Valley Bank (SVB) ήταν η 16η μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ. Δημιουργήθηκε πριν από 40 χρόνια και είχε επικεντρωθεί στην εξυπηρέτηση των νεοφυών εταιρειών τεχνολογίας που εδρεύουν στη Silicon Valley της Καλιφόρνια. Η συγκεκριμένη τράπεζα εξυπηρετούσε με επιτυχία αυτές τις επιχειρήσεις οι οποίες κατά τη διάρκεια του κορωνοϊού αύξησαν τις καταθέσεις τους στη συγκεκριμένη τράπεζα κατά 300% (από $62 δισ. το 2019 σε $175 δισ. το 2022). Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των καταθέσεων (97%) ήταν ανασφάλιστες (δηλαδή, πέραν του ορίου των $250 χιλ. που εγγυάται η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ μέσω του Federal Deposit Insurance Corporation-FDIC). Έτσι, δημιουργήθηκε μια υπερβάλλουσα ρευστότητα στην Τράπεζα που έπρεπε να διοχετευθεί κάπου. Οι υπεύθυνοι της τράπεζας επένδυσαν αυτήν τη ρευστότητα κυρίως (55%) σε ομόλογα μακροπρόθεσμης διάρκειας του αμερικανικού δημοσίου. Αυτό σήμαινε ότι αναλάμβαναν επιτοκιακό ρίσκο, κάτι το οποίο φάνηκε ξεκάθαρα όταν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve Bank) ανέβασε το 2022 τα επιτόκια με ρυθμούς που δεν έχουμε δει εδώ και πολλά χρόνια (4,5% σε ένα χρόνο). Αυτό δημιούργησε ένα διττό και συνάμα καταστροφικό πρόβλημα ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας στην SVB. Οι νεοφυείς επιχειρήσεις άρχισαν να αποσύρουν τις καταθέσεις τους για να χρηματοδοτήσουν τις λειτουργίες τους, αφού ο δανεισμός ακρίβυνε συνεχώς. Η SVB, στην προσπάθεια να τηρήσει την εμπιστοσύνη των καταθετών για να αποκτήσει τη ρευστότητα που χρειαζόταν, πώλησε τα χρεόγραφα στο χαρτοφυλάκιο της σε μεγάλη όμως ζημιά. Η ζημιά αυτή σχεδόν εξανέμισε τα κεφάλαια της τράπεζας που προσπάθησε ανεπιτυχώς να αναπληρώσει με νέα έκδοση. Οι καταθέτες, αντιλαμβανόμενοι την «τρύπα» που δημιουργήθηκε από τις ζημιές έχασαν την εμπιστοσύνη τους προς την τράπεζα, αποσύροντας τις καταθέσεις τους. Χρειάστηκαν μόνο 38 ώρες για να καταρρεύσει η τράπεζα (απόσυραν €42 δισ. σε μια μέρα).  Στην προσπάθεια της η SVB να κερδοσκοπήσει από την υπερβάλλουσα ρευστότητα, «κλείδωσε» για μεγάλη χρονική διάρκεια αυτήν τη ρευστότητα με κίνδυνο να αθετήσει το συμβόλαιο πίστης με τους καταθέτες, ότι δηλαδή, τα χρήματά τους μπορούσαν να επιστραφούν ανά πάσα στιγμή χωρίς να υπάρχει καμία απολύτως συνέπεια. Κάποιος πολύ ορθά θα διερωτηθεί τι έκαναν οι εποπτικές αρχές.  Στις ΗΠΑ, τράπεζες του μεγέθους (μεσαίου) της SVB (που είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες μεσαίες Ευρωπαϊκές) δεν ήταν αναγκαίο να περάσουν από stress tests (λόγω αλλαγής του σχετικού νόμου το 2018) και συνεπώς ξέφευγαν από το εποπτικό ραντάρ.  Παρόλα ταύτα, η SVB είχε προειδοποιηθεί από συμβούλους που η ίδια εργοδότησε το 2020, αλλά εγκληματικά αγνόησε.  Επιπλέον, από τον Απρίλιο του 2022 μέχρι και το Μάρτιο του 2023, η Τράπεζα δεν είχε Chief Risk Officer, σε μια περίοδο που τα ρίσκα ανέβαιναν εκθετικά.

Στις 10 Μαρτίου 2023 οι ομοσπονδιακές αρχές έκλεισαν την SVB.

  1. Signature Bank

Η νεοϋορκέζικη Signature Bank, ήταν σαφώς μικρότερη και «νεαρότερη» από την SVB (ιδρύθηκε το Μάϊο του 2001).  Με $88 δισ. καταθέσεις, 40 καταστήματα και $110 δισ. σε στοιχεία ενεργητικού ήταν μια μικρομεσαία τράπεζα που ήταν επικεντρωμένη στον τομέα των ακινήτων και εξυπηρετούσε μεγάλα δικηγορικά γραφεία της Νέας Υόρκης, developers, αλλά και τους ταξιτζήδες της Νέας Υόρκης.  Όμως πριν από μερικά χρόνια (2018) αποφάσισε να μπει στον εξωτικό τομέα των κρυπτονομισμάτων κρατώντας τις καταθέσεις επιχειρήσεων που ασχολούνται με κρυπτονομίσματα.  Αξίζει να σημειωθεί ότι οι επόπτες προειδοποιούσαν τις τράπεζες να μην συνδιαλλάσσονται με πελάτες που ασχολούνται επαγγελματικά με κρυπτονομίσματα. Οι καταθέσεις από τέτοιους πελάτες αποτελούσαν περίπου το 20% των συνολικών καταθέσεων της Signature Bank.  Όπως και της SVB, έτσι και της Signature Bank, η συντριπτική πλειοψηφία των καταθέσεων της (90%) ήταν πέραν των $250 χιλ. που είναι το ανώτατο όριο ασφαλισμένων καταθέσεων από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση (FDIC). Αυτό κάνει και τις καταθέσεις λιγότερο «προσκολλημένες» στην τράπεζα.  Μετά την τεράστια πτώση που είχαν τα κρυπτονομίσματα το 2022, και αμέσως μετά την πτώση της SVB, οι καταθέτες της εν λόγω τράπεζας αφυπνίστηκαν από τον κίνδυνο να αθετήσει το συμβόλαιο εμπιστοσύνης που είχε η Signature Bank μαζί τους με αποτέλεσμα να αρχίσουν να τραβούν τις καταθέσεις τους μαζικά από τη συγκεκριμένη τράπεζα, αναγκάζοντας έτσι, τις ομοσπονδιακές αρχές να δράσουν άμεσα και να κλείσουν και αυτήν την τράπεζα.

Στις 12 Μαρτίου 2023 οι ομοσπονδιακές αρχές έκλεισαν τη Signature Bank.

  1. First Republic Bank

Η First Republic Bank, ακόμα μια μεσαία τράπεζα, με συνολικά στοιχεία ενεργητικού ύψους $213 δισ. και καταθέσεις ύψους $176 δισ. (τέλος του 2022), εκ των οποίων οι ανασφάλιστες ανέρχονται σε 67% του συνόλου, εξυπηρετεί κυρίως εύπορους πελάτες στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ με βάση το San Francisco, στην Καλιφόρνια. Η συγκεκριμένη τράπεζα έχει μεγάλο δανειακό χαρτοφυλάκιο (55% του συνολικού ενεργητικού) σε υποθηκευμένα ακίνητα (με σχετικά χαμηλά επιτόκια),που φαίνεται να χρηματοδοτούσε μέσω φθηνών καταθέσεων που αντλούσε από τους πελάτες της.  Μετά την πτώση της SVB, λόγω ομοιοτήτων στη βάση των καταθετών της, αλλά και σημαντικών ζημιών ($5 δισ.) λόγω χαρτοφυλακίου ομολόγων, η μετοχή της συγκεκριμένης τράπεζας απώλεσε σχεδόν 80% της αξίας της μέσα σε μια εβδομάδα. Η κεφαλαιοποίηση της από $40 δισ. το 2021 έπεσε στα $2 δισ. το Μάρτιο του 2023. Μέσα σε μια εβδομάδα έχασε $70 δισ. σε καταθέσεις.  Μετά από μια συνδυασμένη προσπάθεια των μεγάλων τραπεζών της Αμερικής, με τις ευλογίες της Ομοσπονδιακής κυβέρνησης, έγινε τοποθέτηση ανασφάλιστης κατάθεσης ύψους $30 δισ. στην First Republic Bank από 11 μεγάλες Τράπεζες για να τονωθεί η εμπιστοσύνη των καταθετών, που όμως δεν φαίνεται να καθησύχασε τους καταθέτες της. Μέχρι τη στιγμή που γράφετο αυτό το κείμενο δεν είχε ξεκαθαρίσει κατά πόσο η First Republic Bank είχε γλυτώσει από την καταστροφή. Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο η First Republic Bank όσον και η SVB συμπεριλαμβάνονταν στη λίστα του περιοδικού Forbes μεταξύ των καλυτέρων τραπεζών στην Αμερική για το 2022.

  1. Credit Suisse

Η Credit Suisse, μια τράπεζα 167 ετών, ήταν μια εντελώς διαφορετική περίπτωση τόσο σε μέγεθος όσον και σε εύρος εργασιών από τις πιο πάνω τράπεζες.  Η Credit Suisse ήταν μια Global Systemically Important Bank (η G-SIB), που σημαίνει βασικά ότι ήταν πολύ μεγάλη για να αφεθεί να χρεωκοπήσει (Too Big To Fail). Άνηκε σε ένα κλαμπ 30 τέτοιων τραπεζών που η επιβίωσή τους είναι συνυφασμένη με το παγκόσμιο οικονομικό στερέωμα. Τα προβλήματα της Credit Suisse χρονολογούνται με την τράπεζα να βρίσκεται αναμεμειγμένη σε σκάνδαλα με μαφιόζους, παραβίαση εμπάργκο, μέχρι τεράστιες ζημιές που τη φέσωσαν πελάτες της όπως είναι η Greensill Capital με €2 δισ. και η Archegos Capital με €5,5 δισ. το 2021.  Η κεφαλαιοποίησή της μειώθηκε από €90 δισ. το 2007 σε €7 δισ. το Μάρτιο 2023. Όταν άρχισε ο «χορός του Ζαλόγγου» με την SVB, οι επενδυτές και οι καταθέτες άρχισαν να επικεντρώνονται σε τράπεζες που έχουν προβλήματα εκπλήρωσης του συμβολαίου πίστης με τους καταθέτες τους είτε λόγω ρίσκου αναντιστοιχίας λήξης στοιχείων ενεργητικού-παθητικού ή έστω λόγω απλά ανακολουθίας και κακής διακυβέρνησης και διαχείρισης σε θέματα ρίσκου. Το κερασάκι στην τούρτα δόθηκε με την έκθεση των ελεγκτών της Credit Suisse για το 2022 που βασικά αναφέρει ότι οι έλεγχοι που υπήρχαν σε λογιστικά θέματα της τράπεζας ήταν ανεπαρκείς. Μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο του Μαρτίου (18-19 Μαρτίου 2023), οι ελβετικές αρχές «πάντρεψαν» τους δυο αιώνιους εχθρούς, UBS και Credit Suisse, σε μια ένωση, που καταστρατηγήθηκε μια σημαντική αρχή της χρηματοοικονομικής θεωρίας, που αφορά στη σειρά που έχουν διάφοροι συμφεροντούχοι επί του ενεργητικού μιας εταιρείας (στη συγκεκριμένη περίπτωση της Credit Suisse).  Αντί να χάσουν τα χρήματά τους πρώτα οι μέτοχοι της Credit Suisse, τα έχασαν οι κάτοχοι αξιογράφων (€17 δισ.) ενώ οι μέτοχοι διατήρησαν έστω μια μικρή αξία.

Αυτό δημιούργησε ερωτηματικά στις αγορές και ώθησε επενδυτές ανά το παγκόσμιο να αναζητήσουν τον επόμενο αδύνατο κρίκο της αλυσίδας, που φαίνεται να είναι το μεγαθήριο που ονομάζεται Deutsche Bank. Τα συμβόλαια πιστωτικής αθέτησης (CDS – Credit Default Swaps) που αντιπροσωπεύουν το κόστος ασφάλισης έναντι αθετήσεων χρεών μιας τράπεζας, εκτινάχθηκαν σε επίπεδα σχεδόν ρεκόρ για την Deutsche Bank (10%).  Επιπλέον, η εν λόγω τράπεζα έχασε 26% της κεφαλαιοποίησής της από τις 9 Μαρτίου 2023 και 13% μέσα στην τελευταία εβδομάδα.  Παρόλο ότι την τελευταία 10ετία πέρασε πολύ δύσκολα, εντούτοις η Deutsche Bank φαίνεται ότι βρισκόταν επιτέλους στον ορθό δρόμο με σημαντική κερδοφορία και προοπτικές. Κατά κακή της τύχη, διαθέτει σημαντική έκθεση στην αμερικανική αγορά ακινήτων, αλλά και σε παράγωγα που όμως είναι γνωστά στους επενδυτές. Η Deutsche Bank είναι και αυτή G-SIB και είναι άποψη του γράφοντα ότι το Γερμανικό κράτος δεν πρόκειται να την αφήσει να χρεωκοπήσει, αφού σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα επηρεαστεί η Γερμανική, Ευρωπαϊκή, αλλά ίσως και παγκόσμια οικονομία. Όμως κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει πως θα συμπεριφερθούν οι αγορές στη συνέχεια.

Δ. Επίλογος

Η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων έχει επιδράσει ως αρνητικός καταλύτης σε τραπεζικά μοντέλα που εμπεριέχουν εν δυνάμει  κίνδυνο αθέτησης της Τραπεζικής Πίστης και τόσο οι επενδυτές όσο και οι καταθέτες αρνούνται να ανεχθούν ή να αναλάβουν. Έτσι, το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σήμερα σε μια κατάσταση που κάποιος θα μπορούσε να προσομοιάσει με το ρητό “survival of the fittest”. Τράπεζες που είναι αδύνατες είτε σε θέματα διακυβέρνησης και διαχείρισης του κινδύνου είτε το επιχειρησιακό τους μοντέλο μπάζει νερά, θα έχουν προβλήματα που οδηγούν στην έλλειψη εμπιστοσύνης που απολαμβάνουν από τους πελάτες/καταθέτες τους και τους επενδυτές. Στο τέλος της ημέρας, αυτές που θα κερδίσουν από την αναμπουμπούλα θα είναι οι κυρίως οι Τράπεζες, που είναι ισχυρές σε επιχειρησιακό και στρατηγικό επίπεδο, και κυρίως είναι διαχρονικά επιμελείς στη διαχείριση των κινδύνων του ισολογισμού τους.

Εν κατακλείδι, οι Τράπεζες έχουν κατά κύριο λόγο μια απλή, αλλά άκρως σημαντική εργασία να επιτελέσουν. Να μετατρέπουν μικρής διάρκειας στοιχεία παθητικού (καταθέσεις) σε μεγάλης διάρκειας στοιχεία ενεργητικού (δάνεια). Αυτή η διεργασία, αν και δεν ακούγεται πολύπλοκη, εντούτοις χωρίς την ορθή κουλτούρα στη διακυβέρνηση του ρίσκου, τα συστήματα και κυρίως την κατάλληλη ηγεσία, κάποιες φορές πάει στραβά και μπορεί να αποβεί καταστροφική για την ίδια την τράπεζα, τους καταθέτες της, τους υπαλλήλους της, τους επενδυτές της και ίσως και για τη χώρα την ίδια.

Όταν τελειώσει αυτή η κρίση, οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να επικεντρωθούν στο να αντιληφθούν τι έκαναν λάθος (γιατί έγιναν σημαντικά λάθη εποπτείας, αλλά και νομισματικής πολιτικής), και να διορθώσουν τα κακώς έχοντα για να περιορίσουν την έκταση της καταστροφής την επόμενη φορά που κάποιοι θα αθετήσουν το συμβόλαιο εμπιστοσύνης.

Δρ. Κλεάνθης (Άθως) Χανδριώτης

Χρηματοοικονομικός αναλυτής

Οι απόψεις του συγγραφέα είναι καθαρά προσωπικές.