You are here

Υπάρχει κίνδυνος χρεοκοπίας στις ΗΠΑ; Ένα επικίνδυνο πολιτικό μπρα ντε φερ

18/05/2023

Οι ΗΠΑ ακροβατούν για ακόμη μια φορά πάνω από την απόλυτη καταστροφή μιας στάσης πληρωμών. Είναι ο κίνδυνος πραγματικός; Πως και γιατί παρουσιάζεται να μην έχει τη δυνατότητα η πιο πλούσια χώρα του κόσμου να εξυπηρετήσει το χρέος της;

Κάθε χρόνο τα κράτη εισπράττουν χρήματα κυρίως από φορολογίες, τέλη και δασμούς. Χρήματα τα οποία τα χρησιμοποιούν για τη διατήρηση της κρατικής μηχανής, σε έργα υποδομών, στην άμυνα, σε κοινωνικά προγράμματα και στην εξυπηρέτηση του υφιστάμενου τους δανεισμού. Αυτό διέπεται μέσα από τον κρατικό προϋπολογισμό που συνήθως εγκρίνεται από το Κοινοβούλιο του κράτους. Εάν μέσα από αυτή τη διαδικασία δημιουργηθεί έλλειμα, (αυτό που ονομάζουμε δημοσιονομικό έλλειμα), αυτό προστίθεται στο δημόσιο χρέος. Και αυτό το χρέος χρηματοδοτείται, στις σύγχρονες οικονομίες, κυρίως από τα ομόλογα που εκδίδει το κράτος, για τα οποία καταβάλλει τόκο σε αυτούς που τα έχουν αγοράσει. Όσο μεγαλύτερο το χρέος, τόσο περισσότεροι είναι οι τόκοι που καταβάλλονται. Άρα τα κράτη δεν μπορούν να ανεβάζουν το χρέος τους σε επίπεδα πέραν της δυνατότητας τους να το εξυπηρετήσουν. Αλλιώς οδηγούνται σε στάση πληρωμών.

Για αυτό το λόγο, στις ΗΠΑ υφίσταται ένα όριο χρέους πάνω από το οποίο το Υπουργείο Οικονομικών δεν μπορεί να δανειστεί μέσα στον χρόνο – να εκδώσει δηλαδή άλλα ομόλογα. Όταν φτάσει σε αυτό το όριο, ουσιαστικά κλείνει η στρόφιγγα χρημάτων προς το κράτος. Διακόπτοντας όχι μόνο τη δυνατότητα λειτουργίας της κρατικής μηχανής, αλλά και εξυπηρέτησης του δανεισμού – καταβολή τόκων στους ομολογιούχους. Με αποτέλεσμα, τη στάση πληρωμών. Κάτι το οποίο στην περίπτωση των ΗΠΑ δεν έχει ξαναγίνει και εάν συμβεί, θα διασπείρει τον απόλυτο πανικό στις αγορές και στην παγκόσμια οικονομία.

Αυτό το όριο χρέους των ΗΠΑ, που σήμερα βρίσκεται στα $31,4 τρισεκατομμύρια, μπορεί μόνο να ανεβεί μετά από έγκριση του Κογκρέσου. Κάτι που συνέβηκε 78 φορές από το 1960 μέχρι σήμερα. Και ιδιαίτερα από το 1980 και μετά. Οι γενναιόδωρες μειώσεις φόρων των Ρεπουπλικανών Ρέιγκαν, Μπους και Τραμπ που αφαίρεσαν έσοδα από το κράτος, σε συνδυασμό με τις πολύ σημαντικές αμυντικές δαπάνες, ο πόλεμος σε Ιράκ και Αφγανιστάν, οι κρίσεις του 2000 και 2008, αλλά και η πανδημία πιο πρόσφατα, ανέβασαν σημαντικά το αμερικάνικο χρέος, οποίο σήμερα εκτιμάται ότι βρίσκεται πάνω από 120% του ΑΕΠ – ένα από τα ψηλότερα επίπεδα παγκοσμίως σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας.

Και ακριβώς λόγω του ψηλού επιπέδου χρέους, η διαδικασία αύξησης του ορίου χρέους τα τελευταία χρόνια έχει καθιερωθεί ως μέγιστο σημείο αντιπαράθεσης μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Με αποκορύφωμα το 2011, επι Προεδρίας Ομπάμα, όταν επήλθε συμφωνία μόλις 72 ώρες πριν και επίσημα οι ΗΠΑ θα κήρυτταν στάση πληρωμών. Η συμφωνία μεταξύ Ρεπουπλικανών και Δημοκρατών ανέβασε το όριο χρέους κατά $900 δις, αλλά με συμφωνία συγκράτησης δαπανών κατά το ίδιο ποσό.

Στην ίδια γραμμή, σήμερα οι Ρεπουπλικάνοι (αντιπολίτευση) οι οποίοι ελέγχουν το Κογκρέσο, για να αποδεχθούν αύξηση του ορίου χρέους κατά $1,5 τρις απαιτούν μείωση δαπανών στον προϋπολογισμό κατά το ίδιο ποσό και επιπλέον μειώσεις δαπανών κατά $4,8 τρις τη δεκαετία. Κάτι που η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν είναι έτοιμη να αποδεχθεί, λόγω των απαγορευτικών περιορισμών στο πρόγραμμα διακυβέρνησής της που αυτό θα επιβάλει. Δεδομένης και της προδιαγραφόμενης ύφεσης.

Αναντίλεκτα, θα είναι αρκούντως δύσκολα τα πράγματα για τους κυβερνώντες στις ΗΠΑ το επόμενο διάστημα. Με το διακύβευμα να είναι: είτε στάση πληρωμών για πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ, είτε τον απόλυτο πολιτικό περιορισμό στην υλοποίηση του προγράμματος διακυβέρνησης Μπάιντεν. Σε οποιοδήποτε σενάριο, το μόνο βέβαιο ότι θα πρέπει να αναμένονται περαιτέρω αναταράξεις σε ένα ευμετάβλητο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα.

* Διδάκτορας Χρηματοοικονομικών και Μακροοικονομίας του Πανεπιστημίου του Cambridge.