You are here

Αναβάθμιση προοπτικών Κύπρου από Fitch

12/10/2019 04:58

Σε αναβάθμιση των προοπτικών της Κύπρου σε θετικές από σταθερές προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης Fitch επιβεβαιώνοντας την αξιολόγηση για την μακροοικονομική ευρωστία στο BBB-.

Σε ανακοίνωσή του ο οίκος, αναφέρει ότι η συνετή δημοσιονομική πολιτική συνεχίστηκε από την τελευταία αξιολόγηση τον Απρίλιο του 2019 και πιθανότατα θα οδηγήσει σε πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης πάνω από 3% και ένα πρωτογενές πλεόνασμα κοντά στο 6% του ΑΕΠ το 2019.

Το δημοσιονομικό πλεόνασμα, εξαιρουμένων των εφάπαξ στοιχείων , αυξήθηκε σταθερά τα τρία τελευταία χρόνια από 0,3% του ΑΕΠ το 2016 σε 1,8% το 2017 και έφθασε το 3,4% το 2018.

Η Κύπρος έχει το μεγαλύτερο πλεόνασμα του προϋπολογισμού μεταξύ των μελών της ευρωζώνης το 2019 και το πλεόνασμα είναι επίσης σημαντικό σε σύγκριση με το μέσο έλλειμμα 2,3% της κατηγορίας «BBB».

Ο οίκος αναμένει ότι το πλεόνασμα του προϋπολογισμού θα παραμείνει κοντά στο 2% του ΑΕΠ τα έτη 2020-2021, πολύ πάνω από τις απαιτήσεις της ΕΕ. Η εκκρεμής απόφαση του δικαστηρίου σχετικά με την αντιστροφή των περικοπών των μισθών του δημόσιου τομέα αντιπροσωπεύει μέτριο δημοσιονομικό κίνδυνο, με εκτιμώμενο ετήσιο κόστος περίπου 0,8% του ΑΕΠ μέχρι το 2022.

Υπογραμμίζεται ότι η ανάκαμψη της οικονομίας μετά την κρίση ήταν ισχυρή, αντανακλώντας το μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ που φτάνει το μέσο όρο του 3,6% το 2019 της κατηγορίας «BBB». Η οικονομία αναμένεται να επιβραδυνθεί σταδιακά καθώς η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα απορροφάται σταδιακά και το εξωτερικό περιβάλλον έχει γίνει λιγότερο ευνοϊκό. Ωστόσο, η ανάπτυξη θα είναι ευνοϊκή σε σχέση με τη δυναμική της ευρωζώνης. Οι Fitch προβλέπουν αύξηση 2,9% του ΑΕΠ το 2019 και 2,7% το 2020 και το 2021.

Λόγω της σταθερής καθοδικής πορείας του ακαθάριστου χρέους της γενικής κυβέρνησης που επωφελείται από τα συνεχιζόμενα δημοσιονομικά πλεονάσματα και τη σταθερή οικονομική ανάπτυξη, αυξάνεται η ικανότητα απορρόφησης του δυνητικού κόστους περαιτέρω παρεμβάσεων στον τραπεζικό τομέα.

Η διαρθρωτική αντοχή της κυπριακής οικονομίας παρουσιάζεται με δείκτες του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και διακυβέρνησης σύμφωνα με το μέσο όρο «Α» και ψηλότερο από το «ΒΒΒ».

Αναφέρεται ότι το δημόσιο χρέος είναι πολύ ψηλό και προβλέπεται στο 95% του ΑΕΠ στα τέλη του 2019, σε σύγκριση με το μέσο όρο «BBB» του 36% του ΑΕΠ. Παρόλα αυτά, μειώνεται και πάλι μετά την εφάπαξ αύξηση (€3,19 δισ, 15,5% του ΑΕΠ) το 2018 λόγω συναλλαγών που σχετίζονται με την πώληση της ΣΚΤ στην Ελληνική Τράπεζα. Σύμφωνα με τη προσομοίωση της δυναμικής του χρέους, το χρέος θα μπορούσε να μειωθεί στο 60% του ΑΕΠ έως το 2028. Το σενάριο αυτό βασίζεται στην υπόθεση της μεσοπρόθεσμης ανάπτυξης 2% και των πρωτογενών πλεονασμάτων σε συνδυασμό με μια υποτονική αύξηση των οριακών πραγματικών επιτοκίων.

Αδύναμες οι τράπεζες

Για τον τραπεζικό τομέα, ο οίκος σημειώνει ότι παραμένει μια σημαντική αδυναμία έναντι των ομολόγων της κατηγορίας «ΒΒΒ», κυρίως λόγω της χαμηλής ποιότητας των στοιχείων του ενεργητικού και των ψηλών ΜΕΔ που εξακολουθούν να επιβαρύνουν τα κεφάλαια, ιδίως τα κεφάλαια που κινδυνεύουν από τα περιουσιακά στοιχεία χωρίς πρόβλημα και την κερδοφορία.

Ο Δείκτης Τραπεζικού Συστήματος (BSI), ο σταθμισμένος μέσος όρος Βαθμός Βιωσιμότητας των ιδρυμάτων του ιδιαίτερα συγκεντρωμένου τραπεζικού τομέα, παραμένει μεταξύ των πιο αδύναμων από τους «ΒΒΒ» ομότιμους στο «β».

Ο δείκτης ΜΕΔ προς τα συνολικά δάνεια ήταν γενικά σταθερός το πρώτο εξάμηνο, περίπου στο 30%, μετά από έντονες μειώσεις το 2018 και παραμένει μεταξύ των ψηλότερων στην ΕΕ.

Η αντιμετώπιση των υπολοίπων σημαντικών ζητημάτων στον τραπεζικό τομέα έχει γίνει πιο αβέβαιη από την τελευταία αξιολόγηση αξιολόγησης. Τον Αύγουστο του 2019, το κοινοβούλιο ενέκρινε τροποποιήσεις στον υφιστάμενο νόμο περί εκποιήσεων, ο οποίος θα αναστρέψει ορισμένα από τα προηγούμενα μεταρρυθμιστικά μέτρα που αποσκοπούν στη διευκόλυνση των κατασχέσεων και θα μπορούσε να καταστήσει δυσκολότερη την αναδιάρθρωση των ΜΕΔ. Η οριστική απόφαση έχει αναβληθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο δεν έχει ακόμα καταλήξει σε συμπέρασμα.

Το πρόγραμμα Εστία για τη διευκόλυνση των δανειοληπτών ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων μέσω αναδιαρθρώσεων δανείων και κρατικών επιχορηγήσεων για την παροχή κινήτρων για την αποπληρωμή δανείων είχε ένα αργό ξεκίνημα τον Σεπτέμβριο του 2019, με περιορισμένο αρχικό ενδιαφέρον από τους επιλέξιμους δανειολήπτες παρά τις γενναιόδωρες συνθήκες.

Το χρέος του ιδιωτικού τομέα παραμένει ψηλό στο 217% (εξαιρουμένων των εταιρειών ειδικού σκοπού,) του ΑΕΠ περιορίζοντας την πιστωτική επέκταση.

Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διευρύνθηκε κατά τη διάρκεια της κυκλικής ανάκαμψης καθώς η ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης, ιδίως στον κατασκευαστικό τομέα και την κατανάλωση των νοικοκυριών, οδήγησε σε έντονη αύξηση των εισαγωγών. Ο Fitch προβλέπει ένα έλλειμμα 7,3% του ΑΕΠ το 2019, σε σύγκριση με το σημερινό έλλειμμα 1,9% του μέσου όρου «BBB».

Η χρηματοοικονομική ευελιξία της Κύπρου έχει βελτιωθεί αισθητά από τη στιγμή που η χώρα έφυγε από το πρόγραμμα μακροοικονομικών προσαρμογών τον Μάρτιο του 2016. Η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ιστορικό πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές με ολοένα και πιο ευνοϊκές αποδόσεις, ενώ η μέση απόδοση των ομολόγων ήταν 2,3% το 1919, ετησίως.

Επιπλέον, η Κύπρος επωφελείται πλήρως από το πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού της ΕΚΤ. Οι μετοχές της ΕΚΤ έφθασαν τα €1,6 δισ. το Σεπτέμβριο του 2019 από €678 εκ.  στο τέλος Δεκεμβρίου 2018

Οι εξελίξεις που μπορεί, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε αναβάθμιση περιλαμβάνουν:

- Μακροπρόθεσμα μειωμένες ενδεχόμενες υποχρεώσεις έναντι του αξιόχρεου του κράτους που προέρχονται από τον τραπεζικό τομέα, π.χ.

-Μείωση του δείκτη δημοσίου χρέους

- Μείωση της ευπάθειας σε εξωτερικούς κραδασμούς, για παράδειγμα λόγω της μείωσης του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Το outlook είναι θετικό. Συνεπώς, ο οίκος δεν προβλέπει επί του παρόντος εξελίξεις με μεγάλη πιθανότητα για υποβάθμιση. Ωστόσο, οι εξελίξεις που μπορεί να οδηγήσουν ατομικά ή συλλογικά σε αρνητική δράση αξιολόγησης περιλαμβάνουν:

-Στασιμότητα στη μείωση του δείκτη του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, για παράδειγμα λόγω της υποβάθμισης των δημοσιονομικών υπολοίπων, της ασθενούς ανάπτυξης ή της υλοποίησης των ενδεχόμενων υποχρεώσεων.

- Αυξημένο κίνδυνο στον τραπεζικό τομέα, π.χ. από την υποβάθμιση της ποιότητας του ενεργητικού, με δυσμενείς επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία ή  και στη δημοσιονομική κατάσταση.

Της Γεωργίας Χαννή