You are here

Διαβατήρια: Στο κάδρο ευθυνών και οι επόπτες

05/05/2021 06:29

Στο επίκεντρο θέτει τις διαδικασίες εποπτείας των παρόχων υπηρεσιών στο πλαίσιο του κυπριακού επενδυτικού προγράμματος, το ενδιάμεσο πόρισμα της Ερευνητικής Επιτροπής για τις πολιτογραφήσεις, επιρρίπτοντας εμμέσως πλην σαφώς, ευθύνες στη ΜΟΚΑΣ.  

Το πόρισμα εξετάζει τις άμεσες και έμμεσες ευθύνες που φέρουν οι επόπτες των παρόχων. Οι εποπτικές αρχές στις οποίες γίνεται αναφορά, είναι ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος, ο Σύνδεσμος Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και η ΜΟΚΑΣ.

Στο πόρισμα δεν αποδίδονται ευθέως ευθύνες στους επόπτες των παρόχων, αλλά επισημαίνεται η έμμεση εμπλοκή τους στο ΚΕΠ και καταγράφεται ότι από το 2015 δεν είχε γίνει κανένας σοβαρός έλεγχος σε δικηγόρους, λογιστές ή άλλες εταιρείες σε σχέση με το κυπριακό επενδυτικό πρόγραμμα.

Σε αυστηρότερο τόνο είναι οι επισημάνσεις που καταγράφονται σε σχέση με τη ΜΟΚΑΣ, η οποία όπως σημειώνεται, όφειλε να προειδοποιήσει τους αρμόδιους να λάβουν μέτρα μείωσης των κινδύνων.

Οι αρμοδιότητες των εποπτικών αρχών

Όπως αναφέρεται στο πόρισμα, οι εν λόγω εποπτικές αρχές, εκτός από τη ΜΟΚΑΣ, δεν είναι αρμόδιες να εντοπίζουν ύποπτες συναλλαγές ή να αξιολογήσουν εάν μια ύποπτη συναλλαγή συνιστά είδος ξεπλύματος παράνομου χρήματος.

Ωστόσο, όπως σημειώνεται, είναι αρμόδιες να διασφαλίζουν ότι οι προαναφερθείσες εποπτευόμενες τους οντότητες, εφαρμόζουν επαρκείς και κατάλληλες πολιτικές, ελέγχους και διαδικασίες, προκειμένου να μετριάζουν και να διαχειρίζονται τον κίνδυνο που, ενδεχομένως, προκύψει από τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

Μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι οι εποπτικές αρχές ελέγχουν εάν, κατά την παροχή υπηρεσιών προς πελάτες τους, οι εποπτευόμενες οντότητες τους προβαίνουν σε σωστό προσδιορισμό της ταυτότητας των πελατών τους και ασκούν τη δέουσα επιμέλεια (due diligence), ως προς τον κίνδυνο που παρουσιάζουν οι πελάτες τους.

Ωστόσο, σημειώνεται ότι δεν έχουν τις διευρυμένες εξουσίες της ΜΟΚΑΣ, «επί παραδείγματι την εξουσία να κινήσει διαδικασίες για παγοποίηση περιουσιακών στοιχείων, δέσμευση και δήμευση περιουσίας».

«Το θεσμικό πλαίσιο που αφορούσε το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα, δεν ανέθετε ειδικά σε κάποιες από τις εποπτικές αρχές οποιαδήποτε αρμοδιότητα» αναφέρεται στο πόρισμα, ενώ καταγράφεται πως επικεφαλείς των εποπτικών αρχών, ανέφεραν στις μαρτυρίες τους στην Επιτροπή, πως ουδέποτε ζητήθηκαν οι απόψεις τους για το σχεδιασμό του προγράμματος ή του τρόπου εξέτασης των αιτήσεων, αλλά ούτε και έλαβαν ποτέ μέρος στον σχεδιασμό του προγράμματος.

Παρά το ότι οι πιο πάνω εποπτικές αρχές δεν είχαν άμεση εμπλοκή στο πρόγραμμα, στο πόρισμα επισημαίνεται πως συνέχιζαν να έχουν έμμεση εμπλοκή λόγω αρμοδιοτήτων που τους παρείχε η νομοθεσία.

«Επομένως, παρόλο που οι εποπτικές αρχές δεν ήταν άμεσα υπεύθυνες για τη λειτουργία του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, ο ρόλος τους ήταν, με έμμεσο τρόπο, πολύ σημαντικός και επομένως θα έπρεπε να τύχει της δέουσας αναγνώρισης και αξιοποίησης», σημειώνεται.

Κανένας σοβαρός έλεγχος από το 2015

Σε ότι αφορά τον ΣΕΛΚ και τον ΠΔΣ, από τις μαρτυρίες που έλαβε η Επιτροπή, σημειώνεται πως είναι εμφανές ότι, παρά τη θεσμοθετημένη ύπαρξη εποπτικών αρχών από το 2008 για θέματα παράνομου χρήματος, δεν διεξαγόταν ουσιαστικός έλεγχος από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές για τους σκοπούς του ΚΕΠ ή και άλλως πως. Προστίθεται πως η προσπάθεια εποπτείας των υπόχρεων οντοτήτων, ουσιαστικά ξεκίνησε μόνο ύστερα από σχετική απαίτηση της Τρόικας.

«Θεωρούμε, λοιπόν, ότι εξάγεται το συμπέρασμα, ότι πριν από το 2015 δεν διεξήχθη κανένας σοβαρός έλεγχος των δικηγόρων και λογιστών ή των εταιρειών αυτών αναφορικά με το ΚΕΠ», αναφέρεται.

Αναφορικά με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, σημειώνεται πως με δεδομένο το συγκριτικά μικρό αριθμό εποπτευομένων της που ασχολήθηκαν με την παροχή υπηρεσιών που σχετίζονταν με τις πολιτογραφήσεις, οι περιοδικοί έλεγχοι που διεξήγαγε η ΕΚΚ μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της δεν είχαν ως ειδικό αντικείμενο το ΚΕΠ, αλλά γενικότερα τη συμμόρφωση των εποπτευομένων με την νομοθεσία.

Οι ευθύνες της ΜΟΚΑΣ

Σε ότι αφορά την ΜΟΚΑΣ, το πόρισμα καταγράφει με πιο ξεκάθαρο τρόπο, ότι αποτελούσε αρμοδιότητα της ΜΟΚΑΣ «να διασφαλίσει ή τουλάχιστον να προειδοποιήσει ότι τα έσοδα του προγράμματος δεν προέρχονταν ή δεν έπρεπε να προέρχονταν από παράνομες δραστηριότητες».

«Όφειλε ως Financial Intelligence Unit να αναγνωρίσει τους κινδύνους που ελλόχευαν από τη λειτουργία του προγράμματος και να προειδοποιήσει τους αρμόδιους, ώστε να ληφθούν μέτρα μείωσης του κινδύνου και να παρέμβει εάν χρειαζόταν», αναφέρεται.

Όπως τονίζεται, «αποστολή της ΜΟΚΑΣ δεν είναι μόνο να διαβιβάζει πληροφορίες, αλλά επίσης, να εντοπίζει τάσεις και πρακτικές, να αναλύει ύποπτες συναλλαγές και να αποτρέπει τη διακίνηση του παράνομου χρήματος».

ΚΤ: Καμία αρμοδιότητα σε σχέση με πολιτογραφήσεις

Το πόρισμα αφιερώνει ξεχωριστό κεφάλαιο στην Κεντρική Τράπεζα, ως επόπτη των τραπεζών, επισημαίνοντας αναφορές του διοικητή της ΚΤ Κωνσταντίνου Ηροδότου, σύμφωνα με τον οποίο δεν είναι πάντα ξεκάθαρο εάν κάποιο έμβασμα αφορά σε πολιτογράφηση, επειδή δεν υπάρχει μηχανισμός που να ενημερώνει το τραπεζικό ίδρυμα και τους λειτουργούς του ότι ένα έμβασμα είναι συγκεκριμένα για αίτηση πολιτογράφησης.

Ο κ. Ηροδότου επισήμανε ότι σε καμία φάση η ΚΤΚ δεν ήταν μέρος του προγράμματος πολιτογραφήσεων και ότι δεν είχε κάποιο ρόλο στο πρόγραμμα. Επιπλέον, σημείωσε ότι δεν είχε αρμοδιότητα στο πρόγραμμα η ΚΤΚ.

Ανάφερε ότι η αρμοδιότητα της ΚΤΚ ήταν στην εφαρμογή των έλεγχων κατά του ξεπλύματος και δεν ήταν συγκεκριμένα σε σχέση με πολιτογραφήσεις, όπως ίσχυε για όλες τις εποπτικές αρχές.

Της Μαρίας Χαμπή