You are here

ΕΚΤ: Πώς διαχειρίζονται οι τράπεζες τη ρευστότητα

29/09/2022 09:45

Τον τρόπο με τον οποίο οι τράπεζες διαχειρίζονται τη ρευστότητά τους, μεταξύ των διαφόρων περιουσιακών στοιχείων που διαθέτουν, εξετάζει νέα μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Σύμφωνα με την ΕΚΤ, οι τράπεζες αυξάνουν τα αποθεματικά, δανειζόμενοι στη διατραπεζική αγορά, μειώνοντας τον δανεισμό σε συνδεδεμένες εταιρείες του ίδιου ομίλου και πουλώντας εμπορεύσιμους τίτλους.

Ακόμη, διαπιστώνεται πως οι τράπεζες προτιμούν μία σταθερή σύνθεση χαρτοφυλακίου ρευστών περιουσιακών στοιχείων, με την πάροδο του χρόνου, ενώ τα αποτελέσματα της μελέτης φανερώνουν ότι οι τριβές σε μία αγορά ρευστότητας μπορούν να επεκταθούν σε πολλές αγορές.

Σκοπός της μελέτης σύμφωνα με την ΕΚΤ, είναι να φανούν οι επιδράσεις στις αγορές από τις επιλογές ρευστότητας των τραπεζών, καθώς και στις πρακτικές διαχείρισης κινδύνων των τραπεζών, στις ρυθμίσεις και εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής.

Το σύστημα το οποίο υιοθετείται στην μελέτη, εξετάζει συγκεκριμένα τη ρευστότητα του αποθεματικού της κεντρικής τράπεζας, μελετώντας τις αλλαγές στη διακράτηση ρευστοποιήσιμων στοιχείων του ενεργητικού των τραπεζών, γύρω από την εισαγωγή του συστήματος δύο επιπέδων της ΕΚΤ, όπως υιοθετήθηκε τον Οκτώβριο του 2019.

Από την εισαγωγή του συστήματος στις 30/10/2019, η ΕΚΤ καταγράφει ότι η αλλαγή πολιτικής μείωσε το κόστος των πρόσθετων διαθεσίμων, μόνο για τις τράπεζες που ήταν κάτω από το όριο.

Η ΕΚΤ υποδεικνύει πως οι τράπεζες χρηματοδότησαν αύξηση των διαθεσίμων, μέσω μείωσης του καθαρού δανεισμού στις χρηματαγορές, στην εσωτερική κεφαλαιαγορά και στην μείωση των τίτλων.

Επιπλέον, η ΕΚΤ, συσχετίζει στη μελέτη της, στρατηγικές προσαρμογής των τραπεζών με διαφορετικές απόψεις για τη διαχείριση της ρευστότητας. Η ΕΚΤ, αντιπαραθέτει μία άποψη «ανταλλάγματος» της ρευστότητας, όπου οι τράπεζες έχουν μία σύνθεση χαρτοφυλακίου στόχου, που προέρχεται από την εξισορρόπηση κόστους και οφελών των διαφόρων ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων.

Η δεύτερη άποψη που αντιπαραθέτει η ΕΚΤ, αφορά την «εντολή μαντίωσης», όπου οι τράπεζες βασίζονται σε ένα ενιαίο ρευστό περιουσιακό στοιχείο για χρηματοοικονομικά αποθεματικά.

Με βάση αντιπαραστατικές προσομοιώσεις, η ΕΚΤ, καταλήγει πως υπάρχει υποστήριξη στην άποψη του «ανταλλάγματος» της ρευστότητας.

Επιπρόσθετα η ΕΚΤ, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το αποτέλεσμα συμβιβασμού στη διαχείριση ρευστότητας, επηρεάζει την πολιτική σε τρία επίπεδα:

  • Καθώς οι τράπεζες στοχεύουν, σε ένα σταθερό χαρτοφυλάκιο ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων, η προσαρμογή των αποθεματικών τους μπορεί να οδηγήσει σε διάχυση σε διάφορες αγορές,
  • Οι δευτερογενείς επιπτώσεις, οδηγούν σε μικρότερες πιέσεις τιμών, δεδομένου ότι οι τράπεζες διαφοροποιούν τις πηγές ρευστότητάς τους, και
  • Με τα σταθερά χαρτοφυλάκια των τραπεζών, μια κεντρική τράπεζα μπορεί να προβλέψει τον αντίκτυπο των ενεργειών της στις αγορές ρευστών περιουσιακών στοιχείων.

Η ΕΚΤ, αναφέρει ότι πέραν από τον συμβιβασμό, τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν, μία ομαλή ανακατομή των αποθεματικών σε όλο το τραπεζικό σύστημα.