You are here

Τηρούν στάση αναμονής οι οίκοι

17/05/2021 07:17

Στάση αναμονής τηρούν οι οίκοι αξιολόγησης σε ότι αφορά την κυπριακή οικονομία, καθώς δεν έχουν ακόμα αποκρυσταλλωθεί οι επιπτώσεις της πανδημίας ενώ, ειδικοί επισημαίνουν πως εξακολουθούν να παραμένουν κίνδυνοι και προκλήσεις.

Ο οίκος DBRS διατήρησε την Παρασκευή την Κύπρο εντός επενδυτικής βαθμίδας και δεν άλλαξε την θέση του για την πορεία της οικονομίας, ενώ την ίδια στάση τήρησαν προηγουμένως, οι Moody’s και Standard and Poor’s.

Ο οίκος αξιολόγησης DBRS επιβεβαίωσε τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της Κύπρου σε ξένο και εγχώριο νόμισμα σε BBB (χαμηλό). Ταυτόχρονα, επιβεβαίωσε τις βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις σε ξένο και εγχώριο νόμισμα στο R-2 (μεσαίο). Οι προοπτικές για όλες τις βαθμολογίες είναι σταθερές.

Σύμφωνα με ανακοίνωση του οίκου, οι σταθερές προοπτικές αντικατοπτρίζουν την άποψη ότι οι κίνδυνοι για τις αξιολογήσεις είναι σε γενικές γραμμές ισορροπημένοι, παρά τη σημαντική επιδείνωση των οικονομικών επιδόσεων και των δημόσιων οικονομικών που προκαλούνται από την πανδημία του κορωνοϊού.

Πέρσι όταν ξέσπασε η πανδημία, όλοι οι οίκοι ανέβαλαν τις αξιολογήσεις τους, ή διατήρησαν στην ίδια βαθμίδα το αξιόχρεο της Κύπρου, αναμένοντας τις κινήσεις της χώρας στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της πανδημίας.

Παραμένουν κίνδυνοι και προκλήσεις

O οικονομολόγος και συνέταιρος της KPMG Τάσος Γιασεμίδης, δήλωσε στη StockWatch ότι οι οίκοι αξιολόγησης τηρούν στάση αναμονής για την πορεία της οικονομίας, ενώ επιβεβαιώνουν ότι η καλή δημοσιονομική εικόνα των προηγούμενων ετών έδωσε τη δυνατότητα στήριξης της απασχόλησης και των παραγωγικών μονάδων.

«Σημαντικό παράγοντα για την ανάκαμψη της οικονομίας αναμένεται να αποτελέσει η χρηματοδότηση από τα προγράμματα της ΕΕ».

Επεσήμανε ότι η Κύπρος προχωρεί στην κατάθεση του τελικού σχεδίου που αφορά το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το οποίο εστιάζει κυρίως, στην τεχνολογική αναβάθμιση/ψηφιοποίηση των οικονομιών, σε πολιτικές διασφάλισης του περιβάλλοντος και ενίσχυσης της απασχόλησης και ευημερίας των πολιτών.

Σημαντική σύμφωνα με τον κ. Γιασεμίδη, είναι και η αναφορά για τη σταδιακή απόσυρση των μέτρων στήριξης, σημειώνοντας ότι από τη μια θα πρέπει να γίνει σταδιακά, αλλά από την άλλη η παρατεταμένη στήριξη θα δημιουργήσει ανισορροπίες και στρεβλώσεις στην αγορά και την οικονομία.

«Στην τελική, θα πρέπει να αφεθούν οι δυνάμεις της αγοράς να δράσουν, ώστε να βρεθεί το νέο οικονομικό ισοζύγιο, με κάποιες επιχειρήσεις ενδεχομένως να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν στο νέο οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον», επεσήμανε. Πρόσθεσε ότι «οι οικονομίες πρέπει να παρουσιάζουν ευελιξία, ισχυρούς και βιώσιμους οικονομικούς δείκτες, υγιείς επιχειρήσεις, ευέλικτο και φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον, πάντοτε με τους απαραίτητους μηχανισμούς ελέγχου και με πλήρη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού του τόπου.

Τόνισε ακόμα, πως οι κίνδυνοι και οι προκλήσεις για τις οικονομίες παραμένουν και πως πέραν από το μεγάλο στοίχημα του εμβολιαστικού προγράμματος και της διαχείρισης της πανδημίας, οι οικονομίες και οι φορείς της καλούνται να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα το συντομότερο δυνατό, ώστε να διασφαλιστούν οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης.

Στο όριο η αξιολόγηση της Κύπρου

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της XM Μιχάλης Φλωρεντιάδης, αναφέρει ότι «είναι θετικά αυτά που λέει ο οίκος αξιολόγησης DBRS, αφού μεσοπρόθεσμα βλέπει την οικονομία να επιστρέφει σε κανονικούς ρυθμούς ανάπτυξης, τα δημόσια οικονομικά να βελτιώνονται και να υπάρχει μια γενικά πτωτική ή τουλάχιστον, διαχειρίσιμη πορεία των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Βλέπει επίσης, ο αρνητικός αντίκτυπος από το τέλος του προγράμματος επενδύσεων για διαβατήρια, να μην είναι τόσο ουσιαστικός».

«Προσωπικά ωστόσο, πιστεύω ελλοχεύουν ορισμένοι κίνδυνοι, όπως το γεγονός ότι ο βαθμός αξιολόγησης της Κύπρου είναι πολύ κοντά στο όριο που χωρίζει τις χώρες με υψηλή ή ικανοποιητική πιστοληπτική διαβάθμιση από τις χώρες μέτριας ή χαμηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης - δηλαδή μόλις με 1-2 υποβαθμίσεις η Κύπρος μπορεί να αλλάξει κατηγορία και να «υποβιβαστεί», τονίζει.

«Δεν υπάρχει μεγάλο περιθώριο λάθους αν τα πράγματα δεν ακολουθήσουν τη θετική πορεία που αναμένεται», σημειώνει.

Επιπρόσθετα, αναφέρει ότι υπενθυμίζεται ο ψηλός βαθμός δανεισμού, τόσο του ιδιωτικού, όσο και του δημόσιου τομέα.

Δεύτερο, όπως σημειώνει, ήδη παρατηρείται πρόσφατα μια ελαφρά αύξηση των επιτοκίων που καλούνται να πληρώσουν οι χώρες-μέλη της Ευρωζώνης πάνω στο κυβερνητικό τους χρέος, ως αποτέλεσμα προσδοκιών ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ίσως να πλησιάζει στο σημείο που σταδιακά θα αρχίσει να μειώνει τις μηνιαίες αγορές χρεογράφων με τις οποίες συγκρατούνται τα μακροπρόθεσμα επιτόκια σε πάρα πολύ χαμηλό επίπεδα.

«Τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια δεν αναμένεται να αυξηθούν στο σύντομο μέλλον, αλλά αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική αρχίσει να μειώνει το ρόλο της στην αγορά κυβερνητικών χρεογράφων, οι διαφορές επιτοκίων μεταξύ των διαφόρων χωρών (τα λεγόμενα spread) μπορεί να αυξηθούν κάπως», υπογραμμίζει.

Της Γεωργίας Χαννή